Αίτηση ακύρωσης του ΔΣΑ κατά της Υπουργικής Απόφασης για το βοήθημα ανεργίας
Κατατέθηκε στο Συμβούλιο της Επικρατείας αίτηση ακύρωσης του Δ.Σ.Α. και μεμονωμένων συναδέλφων κατά της Υπουργικής Απόφασης για τη χορήγηση βοηθήματος ανεργίας στους ανέργους και υποαπασχολούμενους επιστήμονες ασφαλισμένους του τ.ΕΤΑΑ. Ως γνωστόν το ζήτημα είχαμε πρώτοι επισημάνει εδώ, όπου μπορείτε να δείτε και τη σχετική ανάλυση. Την αίτηση υπογράφουν ο Πρόεδρος του ΔΣΑ Δημήτρης Βερβεσός και ο καθηγητής Ξενοφών Κοντιάδης. (Αντίστοιχη αίτηση κατέθεσε και το ΤΕΕ)
Από την επισκόπηση της Υ.Α. σαφώς προκύπτει ότι με τις αυστηρές προϋποθέσεις που θέτει, αποστερεί το βοήθημα από το σύνολο σχεδόν των ανέργων ή υποαπασχολούμενων δικηγόρων. Χαρακτηριστική περίπτωση είναι αυτή των συναδέλφων του Κτηματολογίου, των οποίων οι συμβάσεις λύθηκαν (με το γνωστό απαράδεκτο τρόπο) και οι οποίοι δεν μπορούν να εισπράξουν το βοήθημα, γιατί εμπίπτουν στα εισοδηματικά κριτήρια.
Τα σημεία της Υ.Α. που προσβάλλονται είναι τα ακόλουθα:
1.Στην περ.ββ της
παρ.1 του άρθρου 2 τίθεται ως επιπλέον προϋπόθεση η μη άσκηση επαγγελματικής
δραστηριότητας για ένα εξάμηνο προ της υποβολής της αίτησης (που προκύπτει
από τη μη έκδοση φορολογικών στοιχείων ως αναλύεται στα δικαιολογητικά της
Υ.Α.-άρθρο 4 παρ.3) για τους
«υποαπασχολούμενους» δηλαδή αυτούς που έχουν
καθαρό φορολογητέο εισόδημα κατά το προηγούμενο της υποβολής της αίτησης
έτος που δεν υπερβαίνει το 60% του βασικού μισθού αγάμου μισθωτού σε ετήσια
βάση (586,08 Χ 12 Χ 60% = 4.219,78 ευρώ). Έτσι όμως εξομοιώνει τους
υποαπασχόλουμενους με τους διακόψαντες την δραστηριότητα και ουσιαστικά στερεί
το επίδομα από επιστήμονες οι οποίοι καλούνται με ετήσιο καθαρό εισόδημα
4.219,78 ευρώ, όχι μόνο να πληρώσουν τους φόρους και τις ασφαλιστικές τους
εισφορές, αλλά και τα έξοδα διαβιώσεώς τους, ενώ αποστερεί το βοήθημα από
εκατοντάδες που διατηρούν «με νύχια και με δόντια» την επαγγελματική τους
δραστηριότητα έστω και με πενιχρό εισόδημα.
2. Στην περ.δβ΄ της
ίδιας διάταξης τίθεται ως προϋπόθεση η μη υπαγωγή στην υποχρεωτική ή
προαιρετική ασφάλιση του ΕΦΚΑ ή άλλου φορέα κύριας ασφάλισης της ημεδαπής ή της
αλλοδαπής. Έτσι όμως, η αντιφατική αυτή ρύθμιση αποστερεί το επίδομα από το σύνολο σχεδόν των
ασφαλισμένων, αφού αποκλείονται: α) οι υποαπασχολούμενοι που δεν διέκοψαν την
δραστηριότητα στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. (ανωτέρω περίπτωση ββ) και άρα ασφαλίζονται
υποχρεωτικά στον ΕΦΚΑ κατ’άρθρο 20 του Ν.4488/2017, β) οι παράλληλα
ασφαλισμένοι και οι πολλαπλώς απασχολούμενοι, γ) οι απολυθέντες ή παραιτηθέντες
έμμισθοι ασφαλισμένοι που προσπαθούν να συνεχίσουν την επαγγελματική τους
απασχόληση και δ) οι προαιρετικά συνεχίζοντες την ασφάλισή τους στον ΕΦΚΑ
καταβάλλοντας εξ ιδίων τις εισφορές (άρθρα 18 επ. ν.4387/2016).
3. Στην περ.ε΄της
ιδίας διάταξης τίθεται ως προϋπόθεση η μη διακοπή της επαγγελματικής τους
δραστηριότητας προκειμένου (οι ασφαλισμένοι) να υπηρετήσουν τη στρατιωτική τους
υπηρεσία ή προκειμένου να μετέχουν σε πανεπιστημιακές ή μεταπτυχιακές ή
διδακτορικές σπουδές. Με την αδικαιολόγητη αυτή διάκριση στερείται της
προστασίας μεγάλος αριθμός επιστημόνων που είτε επιτελεί τις κατά Νόμο
στρατιωτικές του υποχρεώσεις προς την Πολιτεία, είτε επιχειρεί να βελτιώσει τις
εκπαίδευση και επιστημονική του επάρκεια.
4. Στην περ.στ΄της
ίδιας διάταξης τίθεται εισοδηματικό κριτήριο και ειδικότερα το συνολικό ατομικό
καθαρό φορολογητέο εισόδημα από οποιαδήποτε πηγή των δύο φορολογικών ετών που
προηγούνται του έτους υποβολής της αίτησης να μην υπερβαίνει αθροιστικά το ποσό
των είκοσι χιλιάδων ευρώ (€ 20.000,00) και το συνολικό οικογενειακό καθαρό
φορολογητέο εισόδημα από οποιαδήποτε πηγή των δύο φορολογικών ετών που
προηγούνται του έτους υποβολής της αίτησης να μην υπερβαίνει αθροιστικά το ποσό
των τριάντα χιλιάδων ευρώ (€ 30.000,00). Έτσι εν αντιθέσει με ό,τι ισχύει για
τους μισθωτούς (που δεν τίθενται εισοδηματικά κριτήρια) αποστερεί το
βοήθημα σε μεγάλο αριθμό ασφαλισμένων (εμμίσθων κυρίως αλλά και αμίσθων) που
έμειναν άνεργοι άλλα είχαν ένα υποτυπώδες ετήσιο εισόδημα 10.000 ευρώ. Χαρακτηριστική περίπτωση οι έμμισθοι δικηγόροι απολυθέντες από το
ΝΠΔΔ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ, που αποστερούνται το βοήθημα καθόσον είχαν εκ της αντιμισθίας
τους εισόδημα άνω των 10.000 ετησίως. Το αυτό συμβαίνει και με το σύνολο των
εμμίσθων δικηγόρων, οι οποίοι κατά τη ρητή διάταξη του άρθρου 44 καταβάλλουν
εισφορά ως ποσοστό επί της αντιμισθίας τους (1% και 2%) χωρίς ουσιαστικά ποτέ
να μπορούν να λάβουν το πενιχρό αυτό επίδομα, όταν τύχει να μείνουν άνεργοι,
αφού το εισόδημα των προηγουμένων ετών σαφώς υπερβαίνει τις 10.000 ευρώ.
5. Στην περ.η΄της αυτής διάταξης τίθεται ως
προϋπόθεση ο δικαιούχος να διαμένει στην Ελλάδα, ενώ τούτο είναι προφανές ότι
δεν συνάδει με τις αρχές, τις συνθήκες και τους Κανονισμούς της Ε.Ε. και της
ελεύθερης διακίνησης των εργαζομένων (πρβλ. 21-3/2018 ΔΕΚ C-551/2016).
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου